lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχέση στα πορτογαλικά

Λέξη:
σχέση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (17):
aliança, associação, coito, companhia, composto, conta, conto, cruenta, enlace, federação, narraria, narrativa, relato, relatório, sindicato, sociedade, vínculo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σχέση, σχέση ονειροκρίτης, σχέση με μικρότερο, σχέση με μεγαλύτερο άντρα, σχέση με μεγαλύτερο, σχέση με μεγαλύτερη γυναίκα, σχέση στα πορτογαλικά, aliança στα ελληνικά
σχέση στα πορτογαλικά