lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχέση στα ουγγρική

Λέξη:
σχέση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
beszámolás, egylet, elbeszélés, kapcsolat, kontakt, kötelék, rokonság, vegyület, viszony, összefüggés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σχέση, σχέση ονειροκρίτης, σχέση με μικρότερο, σχέση με μεγαλύτερο άντρα, σχέση με μεγαλύτερο, σχέση με μεγαλύτερη γυναίκα, σχέση στα ουγγρική, beszámolás στα ελληνικά
σχέση στα ουγγρική