lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τραυλίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
τραυλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
balbuciar, balbuciará, gaguejar, tartamudear, titubear
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τραυλίζω, τραυλίζω στα πορτογαλικά, balbuciar στα ελληνικά
τραυλίζω στα πορτογαλικά