lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπακούω στα πορτογαλικά

Λέξη:
υπακούω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
atender, escutar, obedecer, observar, ouvir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά υπακούω, υπακούω υπακούς υπακούει, υπακούω συνώνυμο, υπακούω στα πορτογαλικά, atender στα ελληνικά
υπακούω στα πορτογαλικά