lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπακούω στα γερμανικά

Λέξη:
υπακούω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
anhören, horchen, hören, lauschen, zuhören, gehorchen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά υπακούω, υπακούω υπακούς υπακούει, υπακούω συνώνυμο, υπακούω στα γερμανικά, anhören στα ελληνικά
υπακούω στα γερμανικά