lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποχρέωση στα πορτογαλικά

Λέξη:
υποχρέωση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (12):
carga, cargo, compromisso, dever, emprego, escritório, funciona, obrigais, obrigação, oficina, oficio, ofício
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά υποχρέωση, υποχρέωση υποβολής ε9 2014, υποχρέωση υποβολής ε9, υποχρέωση συνώνυμο, υποχρέωση συμμόρφωσης διοίκησης με δικαστικές αποφάσεις, υποχρέωση παρακράτησης φόρου, υποχρέωση στα πορτογαλικά, carga στα ελληνικά
υποχρέωση στα πορτογαλικά