lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φήμη στα πορτογαλικά

Λέξη:
φήμη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (17):
capitanear, celebridade, chiste, conduzir, dirigir, fama, gerir, gloria, glória, guiar, levar, popularidade, renome, reputaria, reputação, rumor, sombreada
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φήμη, φήμη συνώνυμο, φήμη πατριάρχου ιεροσολύμων, φήμη πατριάρχου αλεξανδρείας, φήμη πακ, φήμη ορισμός, φήμη στα πορτογαλικά, capitanear στα ελληνικά
φήμη στα πορτογαλικά