lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χαμηλώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
χαμηλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
abaixar, degradar, descender, descer, diminuir, reduzir, abandono, desamparo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά χαμηλώνω, χαμηλώνω στα αγγλικα, χαλαρώνω συνωνυμα, χαμηλώνω στα πορτογαλικά, abaixar στα ελληνικά
χαμηλώνω στα πορτογαλικά