lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ώριμος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ώριμος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
amadurecer, madurar, maduro, sazonado
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ώριμος, ώριμος στα πορτογαλικά, amadurecer στα ελληνικά
ώριμος στα πορτογαλικά