lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ώριμος στα τσεχική

Λέξη:
ώριμος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
dospělý, dospívat, dozrát, uzrát, vyspělý, vyspět, zralý, zrát
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ώριμος, ώριμος στα τσεχική, dospělý στα ελληνικά
ώριμος στα τσεχική