lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύ στα ρουμανική

Λέξη:
οξύ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ρουμανική
Μεταφράσεις (3):
acid, aspru, acru
Σχετικές λέξεις:
ρουμανική οξύ, οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οξύ συνώνυμο, οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ κλίση, οξύ και βάση, οξύ στα ρουμανική, acid στα ελληνικά
οξύ στα ρουμανική