lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καίω στα ρωσικά

Λέξη:
καίω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (22):
вытапливать, гореть, жечь, испепелять, курить, обварить, обжечь, обжигать, ожечь, ошпаривать, ошпарить, парить, полыхать, пригореть, прижечь, прикурить, пылать, сжигать, случать, случить, топить, шпарить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά καίω, καλω κλίση, καίω φλάντζα, καίω φασκόμηλο, καίω συνώνυμα, καίω ονειροκρίτης, καίω στα ρωσικά, вытапливать στα ελληνικά
καίω στα ρωσικά