lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαλακώνω στα ρωσικά

Λέξη:
μαλακώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (9):
смягчать, умягчать, смягчить, облегчать, скрасить, успокаивать, скрашивать, умерять, утолять
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά μαλακώνω, μαλακώνω στα ρωσικά, смягчать στα ελληνικά
μαλακώνω στα ρωσικά