lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαλακώνω στα γερμανικά

Λέξη:
μαλακώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
erweichen, weich, aufzuweichen, erleichtern, lindern, mildern, sanft, gelindert
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μαλακώνω, μαλακώνω στα γερμανικά, erweichen στα ελληνικά
μαλακώνω στα γερμανικά