lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αέτωμα στα σουηδικά

Λέξη:
αέτωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
höjd, höjdpunkt, klätt, klint, rygg, topp, zenit
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά αέτωμα, αέτωμα του παρθενώνα, αέτωμα του εκατομπέδου, αέτωμα σουίτες - ξενώνας, αέτωμα παρθενώνα, αέτωμα ξενοδοχείο ναύπλιο, αέτωμα στα σουηδικά, höjd στα ελληνικά
αέτωμα στα σουηδικά