lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κακός στα πορτογαλικά

Λέξη:
κακός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (20):
dado, deterioro, erróneo, incorrecto, lesiona, mal, malicioso, malvado, maléfico, malévolo, mau, mediano, medíocre, mirado, mordedor, perverso, pobremente, ruim, sinistro, vicioso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κακός, κακός ύπνος, κακός ψυχρός κι ανάποδος, κακός συνώνυμο, κακός σαν, κακός λύκος μελίσσια, κακός στα πορτογαλικά, dado στα ελληνικά
κακός στα πορτογαλικά