lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: γλίτσα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mule, ooze, silt, slime, sludge, slurry
γλίτσα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bahno, bláto, hlen, kal, mul
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
maultier, schlamm, schleim
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
dy, dynd, gytje, mudder, muldyr, slam
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
barro, cieno, fango, limo, lodo, mula, mulo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
boue, bourbe, curure, limon, mucus, mule, mulet, traîner, vase, wagage
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ciabatta, fango, limo, melma, muco, mulo, pianella
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dy, dynn, gjørme, gytje, mudder, muldyr, mulla, slam, sørpe
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ил, мул, слизь, тина, шлам
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dy, mudder, mula, slam
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mushkë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тиня
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бруд, буза, ваза, глей, грязь, мул, ціна
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
lima, muda
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hiesu, lieju, liete, lima, loka, muta, muuli
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
blato
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
iszap, öszvér
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dumblas, mulas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acética, barro, lama, ligamos, limo, lodo, mula
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
noroi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
багно, грязь, грязюка, мокротеча, мул, осадок, слизь, сльота, твань, тину
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
muł, szlam

Σχετικές λέξεις

γλίτσα λεξικό, γλίτσα στα αγγλικά, γλίτσα συνώνυμο, ροζ γλίτσα