lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τονίζω στα σουηδικά

Λέξη:
τονίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
accentuera, betona, brytning, påfrestning, tonfall, tryck, framhålla
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά τονίζω, τονίζω τις λέξεις, τονίζω συνώνυμα, τονίζω translation, τονίζω in english, τονίζω στα σουηδικά, accentuera στα ελληνικά
τονίζω στα σουηδικά