lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φασαρία στα σουηδικά

Λέξη:
φασαρία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (12):
affär, brus, bråk, gny, kav, larm, leven, rabalder, stim, styr, stöv, tumult
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά φασαρία, φασαρία συνώνυμο, φασαρία συνώνυμα, φασαρία στην τάξη, φασαρία στην πολυκατοικία, φασαρία σε πολυκατοικία, φασαρία στα σουηδικά, affär στα ελληνικά
φασαρία στα σουηδικά