lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σχισμή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chink, crack, cranny, gap, pussy, rift, slit, slot, space
σχισμή
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
drážka, prasklina, puklina, rozparek, rozsedlina, rýha, spára, trhlina, trhlinka, štěrbina, žlábek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kluft, nute, riss, ritz, ritze, schlitz, spalt, spalte, sprung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
brist, revne, rift, skar, spalte
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abertura, fisura, grieta, hendidura, quiebra, raja, rajadura, ranura
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
crevasse, fente, fissure, fêlure, gerce, lézarde, rainure, scissure
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crepa, crepaccio, crepatura, fenditura, feritoia, fessura
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
brist, gap, lekk, reva, revne, rift, skar, spalte, sprekk, springa
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
трещина, щель
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gap, reva, rämna, skar, springa
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
plasë
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
pragu
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
halkeama, loma, lovi, rako, särö
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pukotina
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hasadék, rés
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rajá
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
береш, вада, вилом, винаймати, виїмка, гніздо, дефект, зарубка, наймати, найняти, оренда, орендувати, отвір, паз, плата, прогалина, пролом, проміжок, проріз, рента, розтріскатися, розтріскуватися, тріщина, хлопець, щілина, щілину
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
szpara

Σχετικές λέξεις

σχισμή του sylvius, σχισμή sylvius, σχισμή πρωκτού, σχισμή στη γλώσσα, σχισμή της αφροδίτης, σχισμή του larrey, σχισμή σημασία, σχισμή μετάφραση, μεσογλουτιαία σχισμή, η σχισμή