lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακούω στα τσεχική

Λέξη:
ακούω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
doprovázet, naslouchat, poslechnout, poslouchat, sledovat, slyšet, uposlechnout, uslyšet, vyslechnout, zaslechnout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ακούω, ακούω φωνές, ακούω τινά διαβάλλειν, ακούω την αγάπη lyrics, ακούω την αγάπη, ακούω συνώνυμα, ακούω στα τσεχική, doprovázet στα ελληνικά
ακούω στα τσεχική