lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακούω στα πορτογαλικά

Λέξη:
ακούω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
escachar, escutar, ouvir, atender, obedecer, observar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ακούω, ακούω φωνές, ακούω τινά διαβάλλειν, ακούω την αγάπη lyrics, ακούω την αγάπη, ακούω συνώνυμα, ακούω στα πορτογαλικά, escachar στα ελληνικά
ακούω στα πορτογαλικά