lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναβλύζω στα τσεχική

Λέξη:
αναβλύζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (11):
praskat, prýštit, stříkat, tryskat, vyhrknout, vyrazit, vystřikovat, vystříkat, vystříknout, vytrysknout, vyšlehnout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αναβλύζω, αναβλύζω συνώνυμο, αναβλύζω συνώνυμα, αναβλύζω λεξικό, αναβλύζω βικιλεξικο, αναβλύζω στα τσεχική, praskat στα ελληνικά
αναβλύζω στα τσεχική