lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναβλύζω στα δανική

Λέξη:
αναβλύζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
sprutte, stråle
Σχετικές λέξεις:
δανική αναβλύζω, αναβλύζω συνώνυμο, αναβλύζω συνώνυμα, αναβλύζω λεξικό, αναβλύζω βικιλεξικο, αναβλύζω στα δανική, sprutte στα ελληνικά
αναβλύζω στα δανική