lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αφήνω στα τσεχική

Λέξη:
αφήνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (23):
dopouštět, dopustit, dovolit, dovolovat, dát, dávat, nechat, nechávat, odevzdat, plodit, podat, poskytnout, poskytovat, povolit, pronajmout, pustit, připustit, rodit, rozdávat, udat, umožnit, věnovat, způsobit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αφήνω, αφήνω χαίτη, αφήνω το πεδίο ελεύθερο, αφήνω το γόνο να γίνει γονιός, αφήνω συνώνυμα, αφήνω στα αρχαία, αφήνω στα τσεχική, dopouštět στα ελληνικά
αφήνω στα τσεχική