lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικρίνω στα τσεχική

Λέξη:
επικρίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
hanit, kritizovat, kárat, napomenout, napomínat, neschvalovat, odsoudit, odsuzovat, pokárat, vytknout, vytýkat, vyčítat, zamítnout, zatratit, zavrhnout, zavrhovat, zkritizovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική επικρίνω, επικροτώ λεξικό, επικρίνω συνώνυμα, επικρίνω σημασία, επικρίνω κατακρίνω, επικρίνω στα τσεχική, hanit στα ελληνικά
επικρίνω στα τσεχική