lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποτελώ στα γερμανικά

Λέξη:
αποτελώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (21):
abgeben, bedeuten, begründen, benennen, bilden, entscheiden, ernannt, ernennen, erschaffen, erstellen, erzeugen, formen, gründen, herstellen, hervorbringen, kreieren, nennen, produzieren, schaffen, schulen, trainieren
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αποτελώ, αποτελώ στα αγγλικά, αποτελεί συνώνυμα, αποτελώ στα γερμανικά, abgeben στα ελληνικά
αποτελώ στα γερμανικά