lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικρίνω στα γερμανικά

Λέξη:
επικρίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (10):
mäkeln, tadeln, verurteilen, angreifen, bemängeln, kritisieren, gerügt, getadelt, rügen, zurechtweisen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά επικρίνω, επικροτώ λεξικό, επικρίνω συνώνυμα, επικρίνω σημασία, επικρίνω κατακρίνω, επικρίνω στα γερμανικά, mäkeln στα ελληνικά
επικρίνω στα γερμανικά