lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζεματίζω στα τσεχική

Λέξη:
ζεματίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
hořet, opalovat, opařit, opálit, pařit, propálit, pálit, spálit, vypalovat, vypařit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ζεματίζω, ζεματίζω στα τσεχική, hořet στα ελληνικά
ζεματίζω στα τσεχική