lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατακυρώνω στα τσεχική

Λέξη:
κατακυρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (4):
přiřčení, přiřknout, přisoudit, přiznat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική κατακυρώνω, κατακυρώνω σημασια, κατακρίνω συνώνυμο, κατακυρώνω στα τσεχική, přiřčení στα ελληνικά
κατακυρώνω στα τσεχική