κατακυρώνω στα αγγλικά κατακυρώνω στα τσεχική κατακυρώνω στα δανική κατακυρώνω στα ισπανικά κατακυρώνω στα γαλλικά κατακυρώνω στα νορβηγικά κατακυρώνω στα ρωσικά κατακυρώνω στα σουηδικά κατακυρώνω στα πορτογαλικά κατακυρώνω στα πολωνική
τεχνητός στα κροατικά εταιρία στα ουκρανικά ζέστη στα λευκορωσίας κανονίζω στα πορτογαλικά οστρακοειδής στα ουγγρική
κανονίζω αγγλικα εταιρεία μακεδονικών σπουδών τεχνητός νεφρός ζέστη σοκολάτα