lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατηγορώ στα τσεχική

Λέξη:
κατηγορώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
inkriminovat, obvinit, obviňovat, obžalovat, svědčit, vinit, odsoudit, odsuzovat, vyčítat, žalovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική κατηγορώ, κατηγορώ τους δυνατούς, κατηγορώ τους ανθρώπους (1966), κατηγορώ τους ανθρώπους, κατηγορώ του ζολά, κατηγορώ το κορμί μου, κατηγορώ στα τσεχική, inkriminovat στα ελληνικά
κατηγορώ στα τσεχική