lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λάσπη στα τσεχική

Λέξη:
λάσπη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
bahnisko, bahno, bažina, bláto, hlen, kal, močál, mul, nečistota, sprostota, svinstvo, trus, špína
Σχετικές λέξεις:
τσεχική λάσπη, λάσπη όνειρο, λάσπη συνώνυμα, λάσπη στην χολή, λάσπη στη χοληδόχο κύστη, λάσπη στη χολή και διατροφή, λάσπη στα τσεχική, bahnisko στα ελληνικά
λάσπη στα τσεχική