lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύς στα τσεχική

Λέξη:
οξύς (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (15):
bodavý, bystrozraký, bystrý, důvtipný, jemný, ječivý, kousavý, nevlídný, ostrý, probíjející, pronikající, pronikavý, prudký, zaječení, štiplavý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική οξύς, οξύς τοκετός, οξύς πόνος στο στομάχι, οξύς πόνος στο κεφάλι, οξύς πόνος στο γόνατο, οξύς πόνος στο αυτί, οξύς στα τσεχική, bodavý στα ελληνικά
οξύς στα τσεχική