lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποχωρώ στα τσεχική

Λέξη:
υποχωρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
cedovat, couvat, couvnout, odebrat, odstoupit, odvolat, podlehnout, postoupit, povolit, přenechat, přepustit, stáhnout, ucouvnout, ustoupit, ustupovat, uvolnit, zatáhnout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική υποχωρώ, υποχωρώ συνώνυμα, υποχωρώ αντώνυμο, υποχωρώ αντώνυμα, υποχωρώ english, δεν υποχωρώ, υποχωρώ στα τσεχική, cedovat στα ελληνικά
υποχωρώ στα τσεχική