lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιππεύω στα φινλανδικά

Λέξη:
ιππεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
astua, kiiriä, kuljettaa, kulkea, ohjata, matkustaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ιππεύω, ιππεύω στα φινλανδικά, astua στα ελληνικά
ιππεύω στα φινλανδικά