αυλάκι στα αγγλικά αυλάκι στα τσεχική αυλάκι στα δανική αυλάκι στα ισπανικά αυλάκι στα γαλλικά αυλάκι στα ιταλικά αυλάκι στα νορβηγικά αυλάκι στα ρωσικά αυλάκι στα σουηδικά αυλάκι στα λευκορωσίας αυλάκι στα φινλανδικά αυλάκι στα ουγγρική αυλάκι στα λιθουανική αυλάκι στα πορτογαλικά αυλάκι στα ρουμανική αυλάκι στα σλοβακική αυλάκι στα ουκρανικά αυλάκι στα πολωνική
άνεση στα ισπανικά μισθοφόρος στα γαλλικά ισοπεδώνω στα τσεχική φρένο στα γαλλικά αποβάθρα στα λευκορωσίας
ισοπεδώνω συνώνυμα επική άνεση μισθοφόρος ορισμός φρένο ονειροκρίτης δυτική αποβάθρα