lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κριάρι στα φινλανδικά

Λέξη:
κριάρι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
juntta, pässi
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά κριάρι, χρυσόμαλλο κριάρι, κριάρι ονειροκρίτης, κριάρι εναντίον μοτοσυκλετιστή, κριάρι (νάνος), κουνέλι κριάρι, κριάρι στα φινλανδικά, juntta στα ελληνικά
κριάρι στα φινλανδικά