lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χόρτο στα φινλανδικά

Λέξη:
χόρτο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (4):
heinä, nurmi, ruohikko, ruoho
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά χόρτο, χόρτο συσκευασίας, χόρτο ρε βλάκα, χόρτο πηλίου χάρτησ, χόρτο πηλίου, χόρτο ναρκωτικό βικιπαιδεια, χόρτο στα φινλανδικά, heinä στα ελληνικά
χόρτο στα φινλανδικά