lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: όμηρος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bail, hostage
όμηρος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
rukojmí
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geisel
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
gidsel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rehén
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
otage
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ostaggio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gissel
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
залог, заложник
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gissel
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
заложник
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
заложнік
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
pantvang
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
panttivanki
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
túsz
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
įkaitas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
refém
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заложник, запорука, заручник, застава, порука
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zakładnik

Σχετικές λέξεις

όμηρος πουλάκης, όμηρος ταχμαζίδης, όμηρος αβραμίδης, όμηρος ευστρατιάδης, όμηρος ιλιάδα, όμηρος ζουγανέλη, όμηρος φωτιάδης, όμηρος βικιπαίδεια, όμηρος στιχοι, όμηρος πέλλας