lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: έλατο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fir, pine, spruce
έλατο
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tanne, tannenbaum, weihnachtsbaum
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
gran, rødgran
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
abeto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
arbre, sapin
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abete
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
edelgran, gran, juletre
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
елка, ель, ёлка, ёлочка
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
julgran
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kuusk
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fenyőfácska, karácsonyfa
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
eglė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abeto, pinheiro
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
choinka

Σχετικές λέξεις

έλατο στα αγγλικά, έλατο δέντρο, έλατο αράχωβα, έλατο σε γλάστρα, έλατο ασθένειες, έλατο βικιπαιδεια, έλατο καλλιέργεια, έλατο πληροφοριες, έλατο φροντίδα, έλατο στίχοι