lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμβλύνω στα αγγλικά

Λέξη:
αμβλύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (20):
abate, allay, attenuate, cripple, debilitate, dilute, emasculate, enervate, enfeeble, eviscerate, extenuate, impair, relax, remit, sap, sicken, slake, unnerve, vitiate, weaken
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά αμβλύνω, αμβλύνω συνώνυμο, αμβλύνω ορισμός, αμβλύνω μεταφραση, αμβλύνω βικιλεξικο, αμβλύνω αντωνυμο, αμβλύνω στα αγγλικά, abate στα ελληνικά
αμβλύνω στα αγγλικά