lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόνο στα αγγλικά

Λέξη:
μόνο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (13):
alone, bare, barely, but, exclusively, just, merely, one, only, purely, single, sole, unique
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά μόνο, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί που παιζεται, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί imdb, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί, μόνο οι εραστές μένουν, μόνο μια φορά, μόνο στα αγγλικά, alone στα ελληνικά
μόνο στα αγγλικά