lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αυτοκράτορας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
autocrat, emperor
αυτοκράτορας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
autokrat, císař, samovládce
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
alleinherrscher, autokrat, imperator, kaiser
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
despot, keiser, kejser, tyran
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arbitro, autócrata, emperador
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
autocrate, autoritaire, empereur, imperator, impératrice
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
imperatore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
keiser
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
автократ, император, кайзер, самодержец
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kejsare
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
perandor
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
самодържец
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
самадзержац, імператар
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
isevalitseja, keiser, tsaar
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keisari
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
császár
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
autokratas, despotas, imperatorius, tironas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
autocrata
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
деспот, самодержець, цар, цезар, імператор, імператоре
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
autokrata, cesarz, samowładca

Σχετικές λέξεις

αυτοκράτορας αδριανός, αυτοκράτορας θεόφιλος, αυτοκράτορας μαυρίκιος, αυτοκράτορας βεσπασιανός, αυτοκράτορας ιουστίνος, αυτοκράτορας κώνστας, αυτοκράτορας ιουλιανός, αυτοκράτορας μιχαήλ β, αυτοκράτορας κωνσταντίνος, αυτοκράτορας φωκάς