lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δικαστής στα βουλγαρικά

Λέξη:
δικαστής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
посредник, съдия
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά δικαστής, δικαστής τι, δικαστής σε κόλπο με πλαστή διαθήκη, δικαστής ντρεντ, δικαστής κλίση, δικαστής δέρνει την ανήλικη κόρη του, δικαστής στα βουλγαρικά, посредник στα ελληνικά
δικαστής στα βουλγαρικά