lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δικαστής στα σουηδικά

Λέξη:
δικαστής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
domare, domer
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δικαστής, δικαστής τι, δικαστής σε κόλπο με πλαστή διαθήκη, δικαστής ντρεντ, δικαστής κλίση, δικαστής δέρνει την ανήλικη κόρη του, δικαστής στα σουηδικά, domare στα ελληνικά
δικαστής στα σουηδικά