lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιθεωρητής στα βουλγαρικά

Λέξη:
επιθεωρητής (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά επιθεωρητής, επιθεωρητής μονταλμπάνο, επιθεωρητής κλουζώ, επιθεωρητής κλουζ, επιθεωρητής κάλαχαν, επιθεωρητής δημόσιας υγείας, επιθεωρητής στα βουλγαρικά, инспектор στα ελληνικά
επιθεωρητής στα βουλγαρικά