αχαριστία στα αγγλικά αχαριστία στα τσεχική αχαριστία στα γερμανικά αχαριστία στα ισπανικά αχαριστία στα ιταλικά αχαριστία στα νορβηγικά αχαριστία στα ρωσικά αχαριστία στα λευκορωσίας αχαριστία στα εσθονική αχαριστία στα ουγγρική αχαριστία στα ουκρανικά αχαριστία στα πολωνική
κωμικός στα τσεχική ιδιαίτερος στα γαλλικά κερδίζω στα τσεχική φαρμακείο στα πορτογαλικά φιμώνω στα ισπανικά
κερδίζω στα αρχαία κωμικόσ μονόλογοσ ιδιαίτερος ετυμολογία φιμώνω συνώνυμο φαρμακείο εφημερεύον