lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: φαρμακείο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dispensary, drugstore, pharmaceutics, pharmacology, pharmacy
φαρμακείο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
farmacie, lékárna, lékárnictví
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
apotheke, pharmazie
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
apotek, farmaci
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
botica, farmacia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
officine, pharmacie
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
farmacia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
apotek, farmasi
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аптека, фармация
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
apotek
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
аптека
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
аптэка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
apteek, farmaatsia, rohupood
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
apteekki, farmasia
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
apoteka, ljekarna
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
gyógyszertár, patika
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
farmacija, vaistinė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
botica, farmácia
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
lekarna
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
амбулаторія, аптека, диспансер, фармація
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
apteka, farmacja

Σχετικές λέξεις

φαρμακείο μπακάκος, φαρμακείο εοπυυ, φαρμακείο avenue, φαρμακείο online, φαρμακείο εφημερεύον, φαρμακείο 295, φαρμακείο της φύσης, φαρμακείο πάτρα, φαρμακείο online αθηνα, φαρμακείο αυτοκινήτου