lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκλέγω στα γερμανικά

Λέξη:
εκλέγω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (7):
ausersehen, auserwählen, ausheben, ausklauben, auswählen, herausnehmen, wählen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά εκλέγω, εκλέγω στα αγγλικά, εκλέγω αόριστος, εκλέγω αρχικοί χρόνοι, εκλέγω conjugation, εκλέγω στα γερμανικά, ausersehen στα ελληνικά
εκλέγω στα γερμανικά